Η Αργάκα είναι χωριό της επαρχίας Πάφου, στην παράκτια πεδιάδα της Χρυσοχούς, στο κεντρικοανατολικό τμήμα του Κόλπου της Χρυσοχούς. Απέχει γύρω στα 8 χμ από την Πόλη (Χρυσοχούς), είναι δε τοποθετημένη σ' ένα υψόμετρο, κάπου 90 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.

Από γεωλογικής απόψεως, βρίσκεται πάνω στους ασβεστολιθικούς ψαμμίτες, τους άμμους και τις μάργες της Πλειστόκαινης περιόδου, καθώς και στις λάβες και τις διαβάσεις (βορειοανατολικά του οικισμού). Από μορφολογικής πλευράς, ξεχωρίζει η παράκτια αλλουβιακή πεδιάδα, μια-δυο θαλάσσιες αναβαθμίδες και μια πλαγιά, που σταθερά ανεβαίνει σε υψόμετρο μέχρι τα 500 μ. Αρκετά ρυάκια κυλούν από την πλαγιά προς τη θάλασσα, ένα δε σχετικά μεγάλο, περνά δίπλα από το χωριό. Ο ποταμός της Μακούντας, πάνω στον οποίο κατασκευάστηκε το φράγμα Αργάκας – Μακούντας, βρίσκεται στα νοτιοανατολικά του χωριού.

Πάνω στις αλλουβιακές αποθέσεις, της τέρρα ρόζα και τα φαιοχώματα και κάτω από μια μέση ετήσια βροχόπτωση που κυμαίνεται μεταξύ 450 και 525 χιλιοστομέτρων, καλλιεργείται μια τεράστια ποικιλία προϊόντων. Λόγω της σχετικά μεγάλης έκτασης που αρδεύεται, σχεδόν τα περισσότερα προϊόντα παράγονται είτε ως ξηρικά, είτε ως αρδευόμενα. Εκτός από τα σιτηρά και τα όσπρια, καλλιεργούνται νομευτικά φυτά, λαχανικά (κυρίως αγγουράκια, ντομάτες, πεπονοειδή), πολύ λίγα αμπέλια, εσπεριδοειδή, λίγα φρουτόδεντρα, μπανάνες, αμυγδαλιές και ελιές. Πολύ πρόσφατα εμφανίστηκε στο χωριό και η καλλιέργεια του καπνού. Οι εκτοπισμένοι Καρπασίτες που εγκαταστάθηκαν σε γειτονικά χωριά και καλλιέργησαν τον καπνό, συνέβαλαν στην εξάπλωσή του και στην Αργάκα. Το ζεστό κλίμα της Αργάκας, βοηθά στην καλλιέργεια μερικών ημιτροπικών φυτών, όπως η φραγκοσυκιά, η μεσπιλιά κλπ. Η κτηνοτροφία στην Αργάκα είναι σχετικά ανεπτυγμένη.

Ο οικισμός της Αργάκας είναι διπλός. Υπάρχει η Πάνω και η Κάτω Αργάκα. Η Πάνω Αργάκα αντιπροσωπεύει τον παλαιό οικισμό, ενώ η Κάτω Αργάκα, που ακολούθησε το δρόμο Πόλης – Πωμού – Λευκωσίας, είναι ο καινούργιος οικισμός γραμμικού τύπου. Τα σπίτια του παλαιού οικισμού είναι κυρίως παραδοσιακά, κτισμένα με πελεκητή ασβεστόπετρα ή με πυριγενείς κροκάλες. Ο οικισμός της Αργάκας λόγω του ρυακιού που τον διασχίζει (γνωστού ως ποταμού της Αργάκας), της πλαγιάς πάνω στην οποία είναι κτισμένος, και της οδικής αρτηρίας με την οποία συνδέεται με τον καινούργιο οικισμό κοντά στη θάλασσα, μπορεί να χαρακτηριστεί ως σχετικά αραιοδομημένος οικισμός.

Η Αργάκα βρίσκεται μεταξύ θάλασσας και πευκόφυτου δάσους. Κι ενώ η Κάτω Αργάκα βρίσκεται δίπλα στη θάλασσα, η Πάνω Αργάκα βρίσκεται στην πλαγιά, με μια έξοχη θέα προς τη θάλασσα. Δεν είναι εκπληκτικό γιατί η Αργάκα καλύπτεται από πολεοδομικές ζώνες. Ούτε και ξενίζει το γεγονός ότι το ανατολικό τμήμα του χωριού, προς το βουνό, έχει επίσημα καθοριστεί περιοχή εξαιρετικής φυσικής καλλονής.

Ο πληθυσμός του χωριού, σημείωσε μια αλματώδη ανάπτυξη από τον περασμένο αιώνα μέχρι σήμερα. Οι 90 κάτοικοι του 1881, αυξήθηκαν στους 156 το 1901, στους 240 το 1921, στους 404 το 1946, στους 546 το 1960, στους 669 το 1973. Το 1982 οι κάτοικοι ήσαν 642. Στην τελευταία απογραφή που έγινε το 2001 οι κάτοικοι της κοινότητας ανέρχονταν στους 793. Πίσω από τις πληθυσμιακές αυτές αυξήσεις, είναι η εύφορη γη του χωριού, το ευχερές συγκοινωνιακό δίκτυο μεταξύ Πόλης και Λευκωσίας, το γειτονικό μεταλλείο της Λίμνης, οι αρδευόμενες εκτάσεις και η σύγχρονη γεωργική παραγωγή αμειπτικών προϊόντων. Η ένταξη του χωριού στο αρδευτικό σχέδιο Χρυσοχούς έχει ωφελήσει στα μέγιστα την κοινότητα.. Το χωριό συνεχώς προσαρμόζεται στις καινούργιες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που δημιουργούνται, αψηφώντας το κλείσιμο του μεταλλείου της Λίμνης και το εμπόδιο της απευθείας συγκοινωνιακής σύνδεσης με τη Λευκωσία. (Ουσιαστικά ο δρόμος σταματά στον Παχύαμμο, εξαιτίας των γεγονότων της τουρκοκυπριακής ανταρσίας το 1963 κ.ε. και της τουρκικής εισβολής το 1974). Υπολογίζεται σήμερα πως 76% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού του χωριού, ασχολείται σχεδόν πλήρως με τη γεωργία, ένα άλλο 14% αφιερώνει 10-50% του χρόνου του στη γεωργία και σε εξωγεωργικές απασχολήσεις και μόνο ένα 10% έχει εξωγεωργική απασχόληση εκτός του χωριού.

Από συγκοινωνιακής απόψεως, τόσο η Πάνω όσο και η Κάτω Αργάκα, βρίσκονται δίπλα στον κύριο δρόμο Πόλης – Πωμού – Λευκωσίας. Ένας χωματένιος δρόμος ανατολικά του χωριού, συνδέει την Αργάκα με το γειτονικό δάσος της Πάφου.

Η Αργάκα δεν μνημονεύεται από τον Μας Λατρί, για να γνωρίσουμε αν υπήρξε φέουδο ή βασιλικό κτήμα κατά τη Λουζινιανο-ενετική περίοδο. Επίσης, κάπως παράξενο, δεν αναφέρεται από τον Γκάννις ( R . Gunnis ). Ο Τζέφρυ ( G . Jeffery , 1918), την αναφέρει ως σύγχρονο μικρό-οικισμό. Οι συγγραφείς και ταξιδιώτες του περασμένου αιώνα, Σακελλάριος και Φραγκούδης δεν αναφέρουν την Αργάκα, πιθανόν γιατί δεν υπήρχε στην διαδρομή τους η σημερινή Κάτω Αργάκα. Σε αντίθεση με την γειτονική Μακούντα, δεν εμφανίζεται στους ενετικούς χάρτες. Στο χάρτη του Κίτσενερ ( Kitchener ) εμφανίζεται ως Αρκάκα.

Στα ανατολικά του χωριού, βρίσκεται το ξωκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας. Είναι αρκετά ανακαινισμένο και μόνο τα λίγα κιονόκρανα και τα σκαλιστά πλαίσια γύρω από τις πόρτες, μαρτυρούν την ηλικία του, που πιθανόν να ανάγεται στο 18 ο αιώνα. Ο Ι. Τσικνόπουλλος, αναφέρει τα ακόλουθα: Εν Αγγλικόν μίλιον βορείως του χωρίου Αργάκα, πλησίον πηγής, ελειτούργει η Αγιοταφική Μονή της Αγίας Βαρβάρας. Κατά το 1821, ο Ηγούμενός της, ήτο ο Αγιοταφίτης Μοναχός Σωφρόνιος. Πλούσιος με δύο σπίτια εις την Αργάκαν, μελίσσια, ζώα και μέγα ποίμνιον είχεν, εκτός του υπηρετικού προσωπικού και δύο Διακόνους. Κατά τον Ιούλιον του 1821, εζητήθη υπό των Τουρκικών Αρχών εις την Λευκωσίαν, όπου και εμαρτύρησε μετά των άλλων Εθνομαρτύρων. Ο Σωφρόνιος, τουρκομαθής, είχεν υπηρετήσει επί επτά έτη ως Ιμάμης της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, μετενόησεν όμως και επανήλθεν εις την θρησκείαν των πατέρων του. Για το μοναστήρι της Αγίας Βαρβάρας στην Αργάκα ο Κυριαζής αναφέρει τα ακόλουθα: Πόθεν αύτη ιδρύθη, αγνοούμεν. Ανήκεν εις το Πατριαρχείον Ιεροσολύμων και ελειτούργει μέχρι το 1821, ότε ηρίθμει ηγούμενον και δύο διακόνους εκτός προσωπικού υπηρεσίας. Κατά πάσαν βεβαιότητα ο εθνομάρτυς Σωφρόνιος θα υπήρξεν ο τελευταίος ηγούμενος της Μονής.

Κοντά στο σημερινό ξωκλήσι της Αγίας Βαρβάρας, σώζεται και αγίασμα. Είναι αξιοσημείωτο πως το ξωκλήσι της Αγίας Βαρβάρας με το αγίασμα δίπλα, βρίσκεται ένα περίπου χιλιόμετρο στα βόρεια του οικισμού, σε μια τοποθεσία γνωστή ως Βρυσίν του Καλογήρου. Ο ηγούμενος Σωφρόνιος ήταν γνωστός ως «Καλόγηρος».

Αν το μοναστήρι της Αγίας Βαρβάρας υπήρξε ο πυρήνας του οικισμού της Αργάκας, ή αν οι κάτοικοι κάποιου άλλου οικισμού, πιθανόν στο γειτονικό δάσος, μετακινήθηκαν στον οικισμό της Αργάκας σε κάποια περίοδο του 19 ου ή προηγουμένων αιώνων, δεν είναι ακόμη βέβαιο.

Τοπων: Αργάκα, όπως σημειώνεται στους επίσημους χάρτες, αντί του κυπριακού Αρκάκα. Στην τοπική διάλεκτο αρκάτζ'ιν λέγεται το ρυάκι, και ο θηλυκός του τύπος αρκάκα σημαίνει μεγάλο ρυάκι.